Τολμώ να αντιτάξω τη διαφωνία μου. Ότι το πιο ωραίο και αληθινό είναι σαν τον μυστικό σπόρο. Αιωρείται στο χάος, μα στο τέλος κάπου, ακόμα και σε μια χαραματιά βράχου, θα βρει λίγο χώρο να ριζώσει και να καρπίσει. Και θα γίνει ιδέα. Και θα γίνει έργο.
Ευλογημένος ο καλός σπορέας! Ευλογημένη και η λαϊκή Παράδοση, που, από τα μακρινά χρόνια του Μύθου ως πριν από λίγες δεκαετίες, έπαιρνε τους θείους σπόρους της Παραδόσεως και τους έκανε τραγούδι, παραμύθι, κεντίδι, υφαντό στον αργαλειό, ξυλόγλυπτο ή κεντημένο λάξεμα στην πέτρα. «Τραγούδια των χεριών» αποκαλώ όλα αυτά τα δημιουργήματα των ανώνυμων λαϊκών μαστόρων. Και θαρρώ πως πιο αληθινό τραγούδι δεν μπορεί να γίνει. Τα βλέπεις και ανασαίνει η καρδιά σου καθαρό αέρα. Και όσο τα προσεγγίζεις, τόσο δεν τα χορταίνεις.
Αυτά τα « τραγούδια» σύναξαν ο Καθηγητής Χαράλαμπος Σμπαρούνης και η γυναίκα του Αντιγόνη και τα συγκέντρωσαν με γνώση, αγάπη και ευθύνη στο ωραίο μουσείο που έστησαν στο Ευπάλιο Δωρίδας και που τα εγκαίνιά του γίνονται σήμερα σ΄ αυτή τη συγκινητική τελετή, γεμάτη Ελλάδα. Τα συγκέντρωσαν με πολλούς κόπους και θυσίες και δημιούργησαν ένα πρότυπο λαογραφικού Μουσείου σ’ ένα σπιτικό απλό και μεγάλο σαν την καρδιά τους, για να τα φιλοξενήσει. Να έρχονται οι παλαιοί και να αναθυμούνται. Να έρχονται οι νεώτεροι και να αναρωτιούνται: - Υπήρξε ποτέ ένας τόσον όμορφος κόσμος;
Ζωντανεύει η περιοχή, φωτίζεται, χαίρονται οι γερόντοι, καμαρώνουν οι νεώτεροι που ο τόπος τους έχει τέτοια παράδοση και τέτοια λαϊκή τέχνη. Είθε όλες οι πολιτείες και όλα τα χωριά να είχαν σαν το Ευπάλιο ένα τέτοιο σπιτικό, που να είναι τραγούδι της Παραδόσεως του τόπου. Είθε ένας Χαράλαμπος και μία Αντιγόνη Σμπαρούνη να άνοιγαν την καρδιά και τον νου τους και να έστηναν παντού μια τέτοια Κιβωτό, πριν από τον κατακλυσμό της ολοκληρωτικής αλλοτριώσεως από την ευτέλεια και τη συναλλαγή των καιρών μας.
Το Ευπάλιο, γη πατρική του Χαράλαμπου Σμπαρούνη, μπορεί υπερήφανο να καμαρώνει για την κιβωτό της Παραδόσεώς του. Εδώ ο χρόνος, όσο καταλυτικός και αν είναι, δεν θα μπορέσει να αλλοιώσει αυτούς τους θησαυρούς, ούτε να εισβάλλει στο αρχονταρίκι τους. Και τι δεν υπάρχει σ’ αυτό το Μουσείο!
Οι ιδρυτές του ωραίου Μουσείου στο Ευπάλιο έδωσαν – και δίνουν – σ’ εμάς τους μοναχικούς οδοιπόρους των ασφυκτικών μεγαλουπόλεων την τόση ομορφιά, που προσφέρουν πλατύκαρδα στο αρχονταρίκι τους. Και μπορώ να πω πια με σιγουριά, ότι το τρίτο, το πιο όμορφο μήλο του Γεωργιανού παραμυθιού που μνημόνευσα στην αρχή, ανήκει στους εμπνευστές αυτού του Μουσείου. Το προσφέρουν η Παράδοση κι ο Λαϊκός Πολιτισμός της Δωρίδας. Και εγώ, ο ελάχιστος, ενδίδω στον πειρασμό να σας θυμίσω ένα Ρουμελιώτικο παίνεμα, σαν κάλαντα, που λέγεται στις παραμονές του Δωδεκαημέρου. Μου το είπε μια γερόντισσα στο Χρυσό και θαρρώ πως καλύτερος κι αληθινότερος λόγος δεν μπορεί να ακουστεί αυτή τη στιγμή για το ζεύγος Σμπαρούνη:
Όλα τ’ αστέρι σύναξα
Και τ’ αργυρό φεγγάρι
Για να τ’ απλώσω στο φαντό και στο χρυσό κεντίδι.
Για την κυρά του σπιτικού
Και τον καλόν αφέντη...